Σε αυτή την ενότητα θα παρουσιαστούν κάποιες κοινές βασικές αρχές που εμφανίζονται στο σχεδιαμό και των 3 προσεγγίσεων και το πώς αυτές μεταφράζονται στον αστικό χώρο. Παρότι οι αφετηρίες είναι κοινές, το αποτέλεσμα που προκύπτει είναι τελείως διαφορετικό.
Οι κοινές βασικές αρχές που ανιχνέυονται και στα τρία παραδείγματα είναι η σχέση στεριάς και νερού, σχέση παλιού και καινούργιου χαρακτήρα της πόλης και δημιουργία υπαίθριων χώρων προορισμένων αποκλειστικά για τους πολίτες.
Όσων αφορά στη σχέση της στεριάς με το υδάτινο περιβάλλον σε αυτά τα 3 παραδείγματα μπορεί κανείς να πει πως συναντά σε όλους τους βαθμούς τον επαναπροσδιορισμό του υδάτινου μετώπου. Ειδικότερα, μπορεί κανείς να σταθεί στο κατά πόσο το νερό διεισδύει στον ιστό της πόλης και αντίστροφα, λογική την οποία συναντούμε ξεκάθαρα διατυπωμένη στην πρόταση του Toyo Ito. Στην πόλη Xinjin η διείσδυση στο υδάτινο περιβάλλον γίνεται στον απόλυτο βαθμό, καθώς οι νέες περιοχές που προτείνονται δημιουργούνται εξολοκλήρου στο νερό. Παρόλα αυτά μπορούμε να πούμε πως η πόλη εξαπλώνεται στο νερό, χωρίς να συμβαίνει το αντίστροφο – να μπει στο παλιό ιστό της πόλης το νερό. Όσον αφορά τώρα στο παράδειγμα για την ανάπλαση του θαλασσίου μετώπου της Θεσσαλονίκης, η εξάπλωση της πόλης στη θάλασσα πραγματοποιείται με τη δημιουργία νήσων - χρήσεων διάσπαρτων στα νερά του Θερμαϊκού. Σε αυτό το παράδειγμα παρατηρείται μία αλληλοδιείσδυση των στοιχείων. Όσον αφορά στον τρόπο με τον οποίο η θάλασσα μπαίνει στη στεριά, καταργώντας τα όρια που επιβάλλει η δεύτερη, αυτό γίνεται με το σχήμα που επιλέγεται για τη χάραξη , το οποίο θυμίζει τον τρόπο με τον οποίο αποτραβιέται το νερό από την αμμουδιά μετά το κύμα. Όσον αφορά την περίπτωση του Βελιγραδίου, δεν γίνεται καμία επέκταση προς το νερό, παρά μόνο διαμορφώνονται και οι παρακείμενες στον ποταμό περιοχές.
Όσον αφορά τώρα στο διάλογο των παλαιότερων αλλά και νεότερων στοιχείων της πόλης, στην πόλη Xinjin, οι νέες περιοχές της πόλης οργανώνονται σε μία τελείως διαφορετική μορφή, προσθέτοντας ένα ακόμα στοιχείο στην ταυτότητα της πόλης. Στην περίπτωση του Βελιγραδίου, γίνεται η πιο περίπλοκη σύνδεση του παλιού χαρακτήρα της πόλης με τον καινούριο. Ειδικότερα, οι νέες περιοχές ακολουθούν την ίδια κλίμακα και αναλογίες με τις παλιές, ενώ παράλληλα διαμορφώνουν νέες χωρικές σχέσεις (πχ πυκνή δόμηση με την παράλληλη εξασφάλιση δημόσιων χώρων ικανών να καλύψουν τις ανάγκες των κατοίκων).Στην περίπτωση της Θεσσαλονίκης, οι μελετητές δημιουργούν έναν νέο χώρο στο παραλιακό μέτωπο, στο οποίο γίνεται μία αναδιοργάνωση των χρήσεων, με τον ορισμό νέων ζωνών χρήσεων, την αποκατάσταση και επανάχρηση κάποιων ιστορικών κτιρίων της περιοχής καθώς και τη δημιουργία νέων χώρων μέσα στην θάλασσα, ώστε να μην επηρεαστεί η διαμόρφωση του αστικού ιστού.
Τέλος, όσον αφορά στη δημιουργία υπαίθριων χώρων που βελτιώνουν την ποιότητα ζωής των κατοίκων παρατηρούμε πως κοινή κατεύθυνσή και των 3 project είναι να δημιουργούν μία επιμήκη ζώνη τέτοιων χρήσεων παράλληλα με την ύπαρξη του υδάτινου μετώπου. Πιο αναλυτικά, στην περίπτωση του Βελιγραδίου, υπάρχουν τέτοιου είδους χώροι διάσπαρτοι στις γειτονιές, δίνοντας σε κάθε γειτονιά το δικό της “προσωπικό” χώρο. Επίσης αυτοί οι χώροι είναι άμεσα συνδεδεμένοι, ώστε να διαμορφώνουν μία ευχάριστη αγκαλιά γύρω από την περιοχή ανάπλασης. Στη Θεσσαλονίκη, σε σημαντικό βαθμό οι υπαίθριοι χώροι αναδιοργανώνονται με την εισαγωγή 4 θεματικών πάρκων, τα οποία δίνουν έναν ευχάριστο χαρακτήρα σε αυτή τη ζώνη, εκπλήσσοντας συνεχώς τον περιπατητή σε αυτά. Έτσι, η ζώνη κρατά το ενδιαφέρον των κατοίκων ζωντανό, καθώς έχει μία πληθώρα γεγονότων στην ανάπτυξή της. Τέλος, στην παραποτάμια ζώνη της Xinjin, παρατηρεί κανείς τη συγκέντρωση εμπορικών κυρίως χρήσεων. Στο εσωτερικό των οικοδομικών της τετραγώνων όμως, οι χώροι που παραχωρούνται στους κατοίκους είναι άλλωτε πράσινοι και άλλοτε καλύπτονται με νερό
Θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί πως και σε αυτή την περίπτωση, η διατύπωση κάποιων κοινών αρχών δεν οδηγεί στο ίδιο αποτέλεσμα, καθώς υπεισέρχονται πάρα πολλές παράμετροι οι οποίες εάν ειδωθούν στο σύνολό τους συμβάλλουν στη διαφορετικότητα του χαρακτήρα της κάθε λύσης. Ατή είναι άλλωστε και η γοητεία της σκέψης και της διαφορετικής ιδιοσυγκρασίας και ψυχοσύνθεσης του κάθε αρχιτέκτονα - μελετητή.